- τακτική
- Κλάδος της στρατιωτικής τέχνης, ο οποίος αφορά την κίνηση των ανδρών και των πολεμικών μέσων τόσο κατά τις διάφορες φάσεις της μάχης όσο και κατά τις φάσεις που προηγούνται και ακολουθούν αμέσως την κύρια σύγκρουση. Όπως είναι φανερό, η τ. προσδιορίζεται βασικά από τον γεωγραφικό χώρο, όπου διεξάγονται οι διάφορες επιχειρήσεις και επομένως από τα μέσα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν στον ειδικό αυτό χώρο: έτσι έχουμε χερσαία, θαλάσσια και εναέρια τ. Στο πέρασμα των αιώνων οι δύο πρώτες μεταβλήθηκαν σημαντικά κυρίως με την επίδραση της εξέλιξης της τεχνικής, που σιγά σιγά τροποποίησε ή και άλλαξε εντελώς τον τύπο των όπλων και των άλλων μέσων που έχουν στη διάθεσή τους οι αντίπαλοι.
Στους αρχαίους Έλληνες έως τον 4o αι. π.Χ. η χερσαία τ. στηριζόταν στην αποκλειστική χρήση της φάλαγγας, ενός συμπαγούς και δυσκίνητου σχηματισμού· ο ελιγμός έγινε περισσότερο ευκίνητος όταν, ιδιαίτερα ο Φίλιππος της Μακεδονίας και ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποίησαν σε μεγάλη κλίμακα το ιππικό, όχι μόνο για την υποστήριξη του πεζικού, αλλά και για την καταδίωξη του εχθρού. Και οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν σε μεγάλη κλίμακα το ιππικό, το οποίο κατά κανόνα τοποθετούσαν στα πλευρά του πεζικού που ήταν συντεταγμένο σε κοόρτεις και αργότερα σε λεγεώνες, σχηματισμούς που ήταν καλύτερα οργανωμένοι και περισσότερο ευκίνητοι από την ελληνική φάλαγγα· ο Ιούλιος Καίσαρας αύξησε κατόπιν τη δυνατότητα ελιγμών, όταν σχημάτισε μια τακτική εφεδρεία η οποία προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί όταν και όπου το απαιτούσε η εξέλιξη της μάχης. Στον Μεσαίωνα, εξαιρουμένης της περιόδου των Κοινοτήτων, το ιππικό υπερείχε του πεζικού, το οποίο, τις περισσότερες φορές, ήταν κακά συντεταγμένο, ελάχιστα πειθαρχημένο και συχνά οπλισμένο με ετερόκλητα όπλα. Μεταξύ 13ου και 15ου αι., η τ. αναπτύχθηκε σημαντικά αν και συχνά οι ελιγμοί των αντίπαλων δυνάμεων δεν οδηγούσαν σε σοβαρές συγκρούσεις. Το ιππικό έχασε την υπεροχή του στους στρατιωτικούς σχηματισμούς με την εμφάνιση των εθνικών φρουρών –πρώτα πρώτα της ελβετικής, που δημιουργήθηκε τον 14o και 15o αι.– και με την τελειοποίηση και τη διάδοση των πυροβόλων όπλων· ανάλογα άλλαξε και η τ. που, κυρίως τον 17o και 18o αι., όχι μόνο χρησιμοποιούσε αρμονικά πεζικό, ιππικό και πυροβολικό, αλλά και τελειοποίησε τη χρήση των εφεδρικών δυνάμεων και εκμεταλλεύτηκε, όταν ήταν δυνατό, τη διαμόρφωση του εδάφους, χωρίς όμως να εγκαταλείψει τους ελιγμούς. Στις πολλές εκστρατείες του ο Ναπολέοντας εφάρμοσε στο πεδίο της τ. αντιλήψεις ανάλογες προς αυτές που ενέπνεαν τη στρατηγική του: να εκτελεί εντυπωσιακές επιχειρήσεις για να αφήνει τον εχθρό σε αμφιβολία ως προς τη ζώνη όπου θα εκδηλωνόταν αργότερα η κύρια επιχείρηση, να αποδυναμώνει με σφοδρό πυρ πυροβολικού τον τομέα που επέλεξε και να επιτίθεται εναντίον τους με μεγάλες δυνάμεις πεζικού ώσπου να επιτύχει τη διάσπαση του εχθρικού μετώπου, να εκμεταλλεύεται την επιτυχία με άμεση άγρια καταδίωξη από το ιππικό.
Κατά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, που γρήγορα πήρε τον χαρακτήρα της μεγάλης χρήσης των ισχυρά οπλισμένων χαρακωμάτων, οι επιθέσεις του πεζικού, σχεδόν πάντα μετωπικές, προετοιμάζονταν με σφοδρότατους βομβαρδισμούς, που κατά κανόνα δεν κατόρθωναν να καταστρέψουν σε ικανοποιητικό βαθμό τα αμυντικά έργα του εχθρού· και ούτε η εμφάνιση του άρματος μάχης (1916) κατόρθωσε να αλλάξει την τακτική όψη του πολέμου, ο οποίος έληξε με την εξάντληση του συνασπισμού που διέθετε τις λιγότερες πρώτες ύλες και τους λιγότερους οικονομικοβιομηχανικούς πόρους. Ο B’ Παγκόσμιος πόλεμος χαρακτηρίστηκε –όπου η διαμόρφωση του εδάφους επέτρεπε μεγάλους χώρους για ελιγμούς– από τη χρησιμοποίηση μεγάλων θωρακισμένων μονάδων που, στην αρχή, σημείωσαν γρήγορες εντυπωσιακές επιτυχίες εισχωρώντας βαθιά στο εχθρικό έδαφος και προκαλώντας την παράδοση μεγάλων τμημάτων· το σύστημα αυτό όμως αποδείχτηκε ελάχιστα αποτελεσματικό και μάλιστα εξαιρετικά επικίνδυνο στο ρωσικό μέτωπο (κρίση του γερμανικού κεραυνοβόλου πολέμου) όταν οι σοβιετικές μεραρχίες, αν και ηττήθηκαν και ξεπεράστηκαν από πυρήνες γερμανικών αρμάτων, δρώντας στα μετόπισθεν αυτών έκαναν δύσκολο ή και τελείως αδύνατο τον ανεφοδιασμό τους: αυτό ανάγκασε το γερμανικό μηχανοκίνητο πεζικό να ασχοληθεί με την απαλλαγή του εδάφους από κάθε υπόλειμμα εστιών αντίστασης και την εξασφάλιση των γραμμών ανεφοδιασμού· αντίθετα η άμυνα έπρεπε να εξασφαλιστεί σε βάθος και να προστατευτεί με οχυρωματικά έργα και ναρκοπέδια. Η κολοσσιαία ανάπτυξη της αεροπορίας και η αξιοκατάκριτη αλλά δυνατή χρησιμοποίηση ατομικών όπλων θα επιβάλει να αποφεύγεται στο μέλλον η δημιουργία μεγάλων συγκεντρώσεων στρατευμάτων, μέσων και εφοδίων, όπως και πολύ εκτεταμένων και πυκνών βιομηχανικών ζωνών και να επιζητείται, όσο είναι δυνατό, η υπόγεια προστασία όλων των εγκαταστάσεων που έχουν ζωτική σημασία για τη λειτουργία του κράτους.
Η ναυτική τ., εκτός από τα όπλα που διαθέτει, επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το σύστημα κίνησης των πλοίων: κουπί, πανί, έλικα. Στα πολεμικά σκάφη της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, που κινούνταν με κουπιά, τα επιθετικά μέσα (έμβολο, κοράκι και αργότερα εκηβόλα όπλα και πυροβόλα) ήταν τοποθετημένα στην πλώρη· για τον λόγο αυτό τα πλοία συγκρούονταν παρουσιάζοντας την πλώρη τους σε σχηματισμό που παρουσίαζε κατά κάποιο τρόπο μέτωπο. Με την επικράτηση του πανιού (17ος αι.), οι γαλέρες και τα ανάλογα πλοία, οπλισμένα με πολλά κανόνια τοποθετημένα στα πλευρά, χρησιμοποίησαν τη μάχη σε γραμμή παραβολής. Μεγάλη σημασία είχε για τη ναυτική τ. της εποχής του πανιού η σχετική θέση των δύο στόλων κατά την κατεύθυνση του ανέμου: πράγματι, ο σχηματισμός που πριν από τη σύγκρουση, θα κατόρθωνε να ταχθεί προσήνεμα σε σχέση με τον αντίπαλο βρισκόταν σε ευνοϊκή θέση, γιατί μπορούσε να κατευθύνει τη μάχη όπως ήθελε, αφαιρώντας από τον αντίπαλο το πλεονέκτημα αυτό.
Με την εφαρμογή της μηχανικής προώθησης, η ναυτική τ., απελευθερωμένη από τα δεσμά του ανέμου, απέκτησε μεγαλύτερη ευελιξία· η γραμμή μάχης μιας μοίρας, σχεδόν έως το τέλος του B’ Παγκοσμίου πολέμου, εξακολούθησε να είναι η γραμμή παραβολής, γιατί –καθώς γινόταν μεγάλη χρήση του πυροβολικού που ήταν εγκατεστημένο επάνω στον επιμήκη άξονα– ο τομέας της μεγαλύτερης επιθετικής δύναμης των πλοίων ήταν πάντα στα πλευρά: με αυτόν όμως τον σχηματισμό, σε ευνοϊκή θέση βρισκόταν η δύναμη η οποία, παρουσιάζοντας το πλευρό, κατόρθωνε να τοποθετηθεί στον πρωραίο (ή πρυμναίο) τομέα της εχθρικής δύναμης. Με τη διάδοση των αεροπλανοφόρων η ναυτική τ. άλλαξε όψη· τα πλοία που συγκρούονται δεν βλέπουν κατά κανόνα το ένα το άλλο και οι δράσεις συνίστανται σε επανειλημμένες επιθέσεις τορπιλοπλάνων και βομβαρδιστικών, που υποβάλλονται στο έντονο αντιαεροπορικό πυρ και στους γρήγορους ελιγμούς που κάνουν τα πλοία τα οποία δέχονται την επίθεση για vα αποφύγουν τις τορπίλες ή τις βόμβες· η τελευταία ανάγκη υποχρέωνε τα πλοία να διατηρούν ελαστικούς σχηματισμούς και όχι πολύ πυκνούς· και στην περίπτωση που θα χρησιμοποιούνταν πυρηνικά όπλα, η ανάγκη αυτή θα ήταν περισσότερο απαραίτητη ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος μια μόνη βόμβα να καταστρέψει ή να προκαλέσει σοβαρές ζημιές σε πολλά πλοία συγχρόνως. Σήμερα, με την καταπληκτική ανάπτυξη των τηλεκατευθυνόμενων όπλων, της πυρηνικής κίνησης και των μέσων αναγνώρισης, η ναυτική τ. είναι βέβαιο ότι θα υποστεί μεγάλες αλλαγές τόσο στις γενικές αντιλήψεις όσο και στην εφαρμογή.
Η αεροναυτική ανέπτυξε, κατά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, δράση που συνδεόταν άμεσα με τις επιχειρήσεις του θεάτρου επιχειρήσεων της ξηράς: τα ελάχιστα τακτικά διδάγματα που αντλήθηκαν αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά την καταδιωκτική αεροπορία. Η πρόοδος της αεροπορίας κατά την 20ετία μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων και η πείρα που αποκτήθηκε από τη χρησιμοποίησή της στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και στο μακρό κινεζοϊαπωνικό επεισόδιο επέτρεψαν τη διαμόρφωση μιας αεροπορικής τ. η οποία στηριζόταν στις εξής αρχές: η βομβαρδιστική και η καταδιωκτική αεροπορία έπρεπε να δρουν κατά μάζες, η επιθετική αροπορία (ελαφρού βομβαρδισμού και πολυβολισμού) έπρεπε να δρα σε χαμηλό ύψος, η αναγνώριση έπρεπε να γίνεται με μεμονωμένα αεροπλάνα ή κατά ζεύγη. Κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο αναπτύχθηκαν πολύ τόσο οι μαζικοί βομβαρδισμοί από μεγάλο ύψος ακόμα και τη νύχτα, οι βομβαρδισμοί κάθετης εφόρμησης, οι επιθέσεις τορπιλοπλάνων εναντίον πλοίων, όσο και η ρήψη αλεξιπτωτιστών και υλικού από μεγάλα μεταγωγικά αεροπλάνα και συχνά με ρυμουλκούμενα ανεμόπτερα. Οι κατοπινές συγκρούσεις αποκάλυψαν ιδιαίτερα τη χρησιμότητα των ελικοπτέρων για τη μεταφορά ανδρών και υλικού σε ζώνες που, εξαιτίας της διαμόρφωσης του εδάφους και της αντίδρασης, δεν είναι δυνατή η χρησιμοποίηση αεροδρομίων για την προσγείωση αεροπλάνων.
* * *η, ΝΑβλ. τακτικός.
Dictionary of Greek. 2013.